Φαίνεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας καταρρέει.
Aφού οι τράπεζες έκλεισαν και η κοινή γνώμη άρχισε να στρέφεται εναντίον του, ο Έλληνας πρωθυπουργός δείχνει απελπισμένος για μία συμφωνία με τους πιστωτές του. Η Αθήνα έχει κηρύξει πλέον χρεοστάσιο στο ΔΝΤ, αυξάνοντας την πίεση. Αλλά δεν είναι ξεκάθαρο αν οι δανειστές θα κάνουν έστω μια παραχώρηση. Πιθανόν να προτιμούν να συμφωνήσουν με τον διάδοχό του.
Όταν ο Τσίπρας ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η Ελλάδα θα διεξάγει δημοψήφισμα για το αν θα αποδεχτεί μια συμφωνία με μεταρρυθμίσεις-αντί-χρημάτων, όπως αυτή προτάθηκε από την ευρωζώνη και το ΔΝΤ, δήλωσε ότι οι προτάσεις ισοδυναμούσαν πιθανόν με «ταπείνωση ενός ολόκληρου λαού».
Το πρόβλημα ήταν ότι ο Τσίπρας αυτό το έκανε τη στιγμή που τόσο η κυβέρνηση όσο και οι τράπεζες δεν είχαν πια καθόλου ρευστό. Η ΕΚΤ αρνήθηκε να παράσχει παραπάνω ρευστότητα στις τράπεζες. Ως αποτέλεσμα, οι τράπεζες έκλεισαν και στις 30 Ιουνίου η κυβέρνηση κήρυξε χρεοστάσιε σε μία πληρωμή €1,5 δισ. στο ΔΝΤ.
Η άμεση αντίδραση πολλών Ελλήνων στην ιδέα δημοψηφίσματος του Τσίπρα ήταν να σταθούν απέναντι στους δανειστές και να πουν «Όχι». Αλλά αφότου επιβλήθηκαν οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων και το όριο αναλήψεων στα €60 την ημέρα, οι απόψεις αρχίζουν να κλίνουν προς το «Ναι». Οι χώρες της ευρωζώνης ξεκαθάρισαν επίσης πως ένα «Όχι» θα σήμανε αποχώρηση από το ευρώ, κάτι που οι περισσότεροι Έλληνες δεν επιθυμούν.
Ο Τσίπρας αντέδρασε στέλνοντας μία νέα πρόταση στο ταμείο βοήθειας της ευρωζώνης στις 30 Ιουνίου. Σε αυτήν ζητούσε μία επέκταση του προγράμματος καθώς και μία αναδιάρθρωση του χρέους της Αθήνας. Η ευρωζώνη απέρριψε απ' ευθείας την πρόταση. Ο Φινλανδός υπουργός Οικονομικών σημείωσε ότι ήταν πολύ αργά για επέκταση του προγράμματος. Η Αγκελα Μέρκελ είπε ότι δε θα υπάρξουν νέες διαπραγματεύσεις μέχρι το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου.
Οι Έλληνες είπαν τότε ότι θα καταθέσουν ένα δεύτερο έγγραφο όπου θα περιγράφουν τις μεταρρυθμίσεις που σχεδιάζουν να εφαρμόσουν. Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης είπαν ότι θα συγκαλέσουν άλλη μία τηλεδιάσκεψη την 1η Ιουλίου για να εκτιμήσουν την κατάσταση, αλλά αυτό δε σημαίνει ακριβώς μια επανέναρξη των διαπραγματεύσεων.
Όλο αυτό μοιάζει σαν ένας ευγενικός τρόπος για να πουν στον Τσίπρα: «Πολύ αργά, φιλαράκι...»
Μία εξήγηση για αυτή τη γραμμή είναι ότι παίρνει χρόνο να διαπραγματευτεί κανείς μία νέα συμφωνία και μετά να πάρει την κοινοβουλευτική έγκριση για κάτι τέτοιο. Οι υπάρχοντες αριθμοί δεν μπορούν πια να χρησιμοποιηθούν διότι οι οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας χειροτέρευσαν ως αποτέλεσμα των capital controls των προηγούμενων ημερών.
Μια λύση θα ήταν να ακυρωθεί το δημοψήφισμα, μία ιδέα που εκφράστηκε χτες από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης. Αλλά οι πιστωτές είναι τόσο εκνευρισμένοι με τον Τσίπρα, που είναι μάλλον απίθανο να του κάνουν τη ζωή ευκολότερη. Αναμένουν ότι κάθε διαπραγμάτευση μαζί του θα είναι ταραχώδης και αμφιβάλλουν ότι το κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, θα εφαρμόσει αυτά που θα συμφωνηθούν. Αντιθέτως, οι πιστωτές μπορεί να ελπίζουν τώρα ότι οι Έλληνες θα ψηφίσουν «Ναι», ο Τσίπρας θα παραιτηθεί, και θα αναλάβει ένας πρωθυπουργός με πιο εποικοδομητική στάση.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος να πιστέψει κανείς ότι ένα «Ναι» θα οδηγούσε σε μια γρήγορη και άμεση λύση, λόγω της πολυπλοκότητας της ελληνικής πολιτικής σκηνής.
Ίσως κανείς θεωρεί ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα σχηματίσουν μία κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας. Κάτι παρόμοιο έγινε και το 2011. Αλλά οι πιστωτές έχουν αμφιβολίες ότι μια οποιαδήποτε τέτοια κυβέρνηση, εφόσον βασίζεται στο ΣΥΡΙΖΑ, θα κάνει αυτά που υπόσχεται. Απλώς θα πάσχιζε να φτάσει μια συμφωνία με τους πιστωτές και να ανοίξει τις τράπεζες.
Γνωρίζοντάς τα όλα αυτά, τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα ίσως συμπεράνουν ότι θα είναι καλύτερο να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα με νέες εκλογές. Αλλά δεν υπάρχει εγγύηση ότι η αντιπολίτευση θα κέρδιζε, καθώς είναι διασπασμένη. Δεν έχει ακόμα καταφέρει να βρει ένα κοινό πρόσωπο κι ένα κοινό πρόγραμμα.
Ακόμα κι αν η αντιπολίτευση κέρδιζε τις εκλογές, δε θα ήταν έτοιμη να ξεκινήσει τις συνομιλίες με τους πιστωτές μέχρι τον Αύγουστο. Μέχρι τότε, οι τράπεζες θα έχουν μείνει για καιρό πια χωρίς μετρητά, εκτός κι αν η ΕΚΤ παράσχει νέα έκτακτη ρευστότητα – ενώ η οικονομία θα είναι σε άθλια κατάσταση.
Ο Benoit Coeure, ο εκτελεστικός διευθυντής της ΕΚΤ, υπεύθυνος για τις διαπραγματεύσεις με την Αθήνα, είπε αυτήν την εβδομάδα ότι αν οι Έλληνες θα ψηφίσουν «Ναι» στο δημοψήφισμα, δεν έχει αμφιβολία ότι οι αρχές της ευρωζώνης θα βρουν τον τρόπο να εκπληρώσουν τις δεσμεύσεις τους έναντι της χώρας. Το πρόβλημα είναι ότι η ΕΚΤ ίσως χρειαστεί να προσπαθήσει πολύ για να βρει έναν νομικά βάσιμο τρόπο για να παράσχει περισσότερη ρευστότητα μέχρι να υπάρξει μια νέα συμφωνία.
Τα γεράκια της Κεντρικής Τράπεζας αναμένεται την 1η Ιουλίου να ζητήσουν να τερματιστεί η ρευστότητα λόγω της πτώχευσης της Ελλάδας προς το ΔΝΤ, για το λόγο ότι οι τράπεζες έχουν μεγάλη έκθεση στην ελληνική κυβέρνηση. Αλλά ακόμα κι αν η ΕΚΤ κάνει τα στραβά μάτια σε αυτό, δεν μπορεί να αγνοήσει τα €3,5 δισ. δανείων που θα πρέπει να αποπληρωθούν από την Ελλάδα στις 20 Ιουλίου.
Ας ελπίσουμε ότι η καθησυχαστική πρόβλεψη του Coeure για το πώς θα αντιδράσει η ευρωζώνη αν οι Έλληνες ψηφίσουν «Ναι» θα αποδειχτεί σωστή. Άλλωστε, ακόμα κι αν οι πιστωτές αποφασίσουν να αφήσουν τον Τσίπρα στα κρύα του λουτρού, δε θα έπρεπε να υιοθετήσουν την ίδια στάση και με τον ελληνικό λαό.
μετάφραση: euro2day
Aφού οι τράπεζες έκλεισαν και η κοινή γνώμη άρχισε να στρέφεται εναντίον του, ο Έλληνας πρωθυπουργός δείχνει απελπισμένος για μία συμφωνία με τους πιστωτές του. Η Αθήνα έχει κηρύξει πλέον χρεοστάσιο στο ΔΝΤ, αυξάνοντας την πίεση. Αλλά δεν είναι ξεκάθαρο αν οι δανειστές θα κάνουν έστω μια παραχώρηση. Πιθανόν να προτιμούν να συμφωνήσουν με τον διάδοχό του.
Όταν ο Τσίπρας ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η Ελλάδα θα διεξάγει δημοψήφισμα για το αν θα αποδεχτεί μια συμφωνία με μεταρρυθμίσεις-αντί-χρημάτων, όπως αυτή προτάθηκε από την ευρωζώνη και το ΔΝΤ, δήλωσε ότι οι προτάσεις ισοδυναμούσαν πιθανόν με «ταπείνωση ενός ολόκληρου λαού».
Το πρόβλημα ήταν ότι ο Τσίπρας αυτό το έκανε τη στιγμή που τόσο η κυβέρνηση όσο και οι τράπεζες δεν είχαν πια καθόλου ρευστό. Η ΕΚΤ αρνήθηκε να παράσχει παραπάνω ρευστότητα στις τράπεζες. Ως αποτέλεσμα, οι τράπεζες έκλεισαν και στις 30 Ιουνίου η κυβέρνηση κήρυξε χρεοστάσιε σε μία πληρωμή €1,5 δισ. στο ΔΝΤ.
Η άμεση αντίδραση πολλών Ελλήνων στην ιδέα δημοψηφίσματος του Τσίπρα ήταν να σταθούν απέναντι στους δανειστές και να πουν «Όχι». Αλλά αφότου επιβλήθηκαν οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων και το όριο αναλήψεων στα €60 την ημέρα, οι απόψεις αρχίζουν να κλίνουν προς το «Ναι». Οι χώρες της ευρωζώνης ξεκαθάρισαν επίσης πως ένα «Όχι» θα σήμανε αποχώρηση από το ευρώ, κάτι που οι περισσότεροι Έλληνες δεν επιθυμούν.
Ο Τσίπρας αντέδρασε στέλνοντας μία νέα πρόταση στο ταμείο βοήθειας της ευρωζώνης στις 30 Ιουνίου. Σε αυτήν ζητούσε μία επέκταση του προγράμματος καθώς και μία αναδιάρθρωση του χρέους της Αθήνας. Η ευρωζώνη απέρριψε απ' ευθείας την πρόταση. Ο Φινλανδός υπουργός Οικονομικών σημείωσε ότι ήταν πολύ αργά για επέκταση του προγράμματος. Η Αγκελα Μέρκελ είπε ότι δε θα υπάρξουν νέες διαπραγματεύσεις μέχρι το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου.
Οι Έλληνες είπαν τότε ότι θα καταθέσουν ένα δεύτερο έγγραφο όπου θα περιγράφουν τις μεταρρυθμίσεις που σχεδιάζουν να εφαρμόσουν. Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης είπαν ότι θα συγκαλέσουν άλλη μία τηλεδιάσκεψη την 1η Ιουλίου για να εκτιμήσουν την κατάσταση, αλλά αυτό δε σημαίνει ακριβώς μια επανέναρξη των διαπραγματεύσεων.
Όλο αυτό μοιάζει σαν ένας ευγενικός τρόπος για να πουν στον Τσίπρα: «Πολύ αργά, φιλαράκι...»
Μία εξήγηση για αυτή τη γραμμή είναι ότι παίρνει χρόνο να διαπραγματευτεί κανείς μία νέα συμφωνία και μετά να πάρει την κοινοβουλευτική έγκριση για κάτι τέτοιο. Οι υπάρχοντες αριθμοί δεν μπορούν πια να χρησιμοποιηθούν διότι οι οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας χειροτέρευσαν ως αποτέλεσμα των capital controls των προηγούμενων ημερών.
Μια λύση θα ήταν να ακυρωθεί το δημοψήφισμα, μία ιδέα που εκφράστηκε χτες από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης. Αλλά οι πιστωτές είναι τόσο εκνευρισμένοι με τον Τσίπρα, που είναι μάλλον απίθανο να του κάνουν τη ζωή ευκολότερη. Αναμένουν ότι κάθε διαπραγμάτευση μαζί του θα είναι ταραχώδης και αμφιβάλλουν ότι το κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, θα εφαρμόσει αυτά που θα συμφωνηθούν. Αντιθέτως, οι πιστωτές μπορεί να ελπίζουν τώρα ότι οι Έλληνες θα ψηφίσουν «Ναι», ο Τσίπρας θα παραιτηθεί, και θα αναλάβει ένας πρωθυπουργός με πιο εποικοδομητική στάση.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος να πιστέψει κανείς ότι ένα «Ναι» θα οδηγούσε σε μια γρήγορη και άμεση λύση, λόγω της πολυπλοκότητας της ελληνικής πολιτικής σκηνής.
Ίσως κανείς θεωρεί ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα σχηματίσουν μία κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας. Κάτι παρόμοιο έγινε και το 2011. Αλλά οι πιστωτές έχουν αμφιβολίες ότι μια οποιαδήποτε τέτοια κυβέρνηση, εφόσον βασίζεται στο ΣΥΡΙΖΑ, θα κάνει αυτά που υπόσχεται. Απλώς θα πάσχιζε να φτάσει μια συμφωνία με τους πιστωτές και να ανοίξει τις τράπεζες.
Γνωρίζοντάς τα όλα αυτά, τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα ίσως συμπεράνουν ότι θα είναι καλύτερο να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα με νέες εκλογές. Αλλά δεν υπάρχει εγγύηση ότι η αντιπολίτευση θα κέρδιζε, καθώς είναι διασπασμένη. Δεν έχει ακόμα καταφέρει να βρει ένα κοινό πρόσωπο κι ένα κοινό πρόγραμμα.
Ακόμα κι αν η αντιπολίτευση κέρδιζε τις εκλογές, δε θα ήταν έτοιμη να ξεκινήσει τις συνομιλίες με τους πιστωτές μέχρι τον Αύγουστο. Μέχρι τότε, οι τράπεζες θα έχουν μείνει για καιρό πια χωρίς μετρητά, εκτός κι αν η ΕΚΤ παράσχει νέα έκτακτη ρευστότητα – ενώ η οικονομία θα είναι σε άθλια κατάσταση.
Ο Benoit Coeure, ο εκτελεστικός διευθυντής της ΕΚΤ, υπεύθυνος για τις διαπραγματεύσεις με την Αθήνα, είπε αυτήν την εβδομάδα ότι αν οι Έλληνες θα ψηφίσουν «Ναι» στο δημοψήφισμα, δεν έχει αμφιβολία ότι οι αρχές της ευρωζώνης θα βρουν τον τρόπο να εκπληρώσουν τις δεσμεύσεις τους έναντι της χώρας. Το πρόβλημα είναι ότι η ΕΚΤ ίσως χρειαστεί να προσπαθήσει πολύ για να βρει έναν νομικά βάσιμο τρόπο για να παράσχει περισσότερη ρευστότητα μέχρι να υπάρξει μια νέα συμφωνία.
Τα γεράκια της Κεντρικής Τράπεζας αναμένεται την 1η Ιουλίου να ζητήσουν να τερματιστεί η ρευστότητα λόγω της πτώχευσης της Ελλάδας προς το ΔΝΤ, για το λόγο ότι οι τράπεζες έχουν μεγάλη έκθεση στην ελληνική κυβέρνηση. Αλλά ακόμα κι αν η ΕΚΤ κάνει τα στραβά μάτια σε αυτό, δεν μπορεί να αγνοήσει τα €3,5 δισ. δανείων που θα πρέπει να αποπληρωθούν από την Ελλάδα στις 20 Ιουλίου.
Ας ελπίσουμε ότι η καθησυχαστική πρόβλεψη του Coeure για το πώς θα αντιδράσει η ευρωζώνη αν οι Έλληνες ψηφίσουν «Ναι» θα αποδειχτεί σωστή. Άλλωστε, ακόμα κι αν οι πιστωτές αποφασίσουν να αφήσουν τον Τσίπρα στα κρύα του λουτρού, δε θα έπρεπε να υιοθετήσουν την ίδια στάση και με τον ελληνικό λαό.
μετάφραση: euro2day
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου