του Νίκου Κωνσταντάρα
πηγή: Καθημερινή
Η μακρά παράδοση του διχασμού μάς έχει εξοικειώσει με τη συνύπαρξη πολλών εναλλακτικών εκδοχών όχι μόνο της Ιστορίας αλλά και της πραγματικότητας. Τα χρόνια της κρίσης, της απότομης προσαρμογής της ζωής μας στο επίπεδο των οικονομικών ικανοτήτων της χώρας, δεν συνοδεύτηκαν από μια πιο «προσγειωμένη» αντίληψη των πραγμάτων, όπου, ασχέτως με τις κομματικές και ιδεοληπτικές μας διαφορές, θα μπορούσαμε να μοιραζόμαστε μια κοινή αντίληψη για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε και να συμφωνήσουμε σε κάποιες διορθωτικές κινήσεις. Αντιθέτως, διχαστήκαμε πάλι –αυτή τη φορά μεταξύ «μνημονιακών» και «αντιμνημονιακών»– χωρίς ουσιαστική αξιολόγηση των μεταρρυθμίσεων που η χώρα έχει ανάγκη. Η επιτάχυνση του πολιτικού χρόνου τις επόμενες εβδομάδες και ό,τι ακολουθήσει την προσπάθεια να εκλεγεί νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας ίσως οδηγήσουν σε αυτό που δεν πετύχαμε έως τώρα· να κατανοήσουμε πού βρισκόμαστε και να αποφασίσουμε πού βαδίζουμε.
Οι κυριότερες εκδοχές της πραγματικότητας, όπως παρουσιάζονται από τους πρωταγωνιστές της πολιτικής μας ζωής, απέχουν πολύ μεταξύ τους. Η κυβέρνηση του κ. Αντώνη Σαμαρά παρουσιάζει την Ελλάδα στην είσοδο του λιμανιού της σταθερότητας και της ανάπτυξης και τον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Αλέξη Τσίπρα ως τη θύελλα που απειλεί να ρίξει το καράβι του έθνους στα βράχια. Ο κ. Τσίπρας, από την άλλη, παρουσιάζει την κυβέρνηση, τη λιτότητα και τις μεταρρυθμίσεις ως τον κίνδυνο από τον οποίο πρέπει να σωθεί ο λαός αμέσως. Η κυβέρνηση θέλει να αποφύγει εθνικές εκλογές, η αξιωματική αντιπολίτευση τις παρουσιάζει σαν λύτρωση. Η μια πλευρά δεν αναλογίζεται τα λάθη που έκανε, ενώ η άλλη δεν αναγνωρίζει όσα καλά και χρήσιμα έγιναν τα τελευταία χρόνια. Εμείς, οι πολίτες, καλούμαστε να επιλέξουμε μεταξύ τους, κρίνοντας ποια «πραγματικότητα» μας ταιριάζει, ενώ ζούμε στη δική μας εικονική πραγματικότητα. Συμβιβαζόμαστε με το γεγονός ότι ενώ διαθέτουμε δημοκρατικούς θεσμούς κατ’ όνομα, στην πράξη συχνά είναι υποκειμενικοί και αναποτελεσματικοί. Πολλοί μάθαμε να διεκδικούμε προνόμια και παροχές χωρίς να καταβάλλουμε τους ανάλογους κόπους – αρκεί να διεκδικούμε δυναμικά. Μάθαμε την ευκολία των «πολιτικών» λύσεων, βάζοντας την πελατειακή σχέση του πολίτη με τον πολιτικό πάνω από τους νόμους, πάνω και από τη λογική. Χτίσαμε το βασίλειο της αυθαιρεσίας και του στενού προσωπικού ή ομαδικού συμφέροντος· στο τέλος πιστέψαμε πως ό,τι μας βόλευε ήταν αληθινό.
Στην ψυχιατρική, η αδυναμία να κατανοήσουμε την πραγματικότητα είναι μια άκρως επικίνδυνη διαταραχή που μπορεί να οδηγήσει στην ψύχωση. Με τη «δοκιμασία της πραγματικότητας» παρατηρούμε τον κόσμο και κατανοούμε τη δική μας υποκειμενική αντίληψη για όσα βλέπουμε, διαχωρίζουμε μεταξύ όσων συμβαίνουν μέσα μας και όσων υπάρχουν έξω από εμάς. Στην Ελλάδα είμαστε επιρρεπείς στην αντίληψη ότι αρκεί να θέλουμε κάτι, ή να ελπίζουμε για κάτι, και αυτό γίνεται πραγματικότητα. Παραβλέπουμε την ύπαρξη των άλλων – είτε είναι πολιτικοί αντίπαλοι είτε ξένοι δανειστές, είτε αγορές, είτε γεωπολιτικοί κίνδυνοι.
Οποιοι κι αν είμαστε, ό,τι κι αν πιστεύουμε, πλησιάζει η αναμέτρηση με την πραγματικότητα. Πριν καθίσει ο κουρνιαχτός θα πρέπει να καταλάβουμε πού βρισκόμαστε, ποιοι είμαστε, ποια τα εφόδιά μας και πού πάμε. Δεν συμφωνήσαμε στην πορεία, θα ζήσουμε με το αποτέλεσμα.
πηγή: Καθημερινή
Η μακρά παράδοση του διχασμού μάς έχει εξοικειώσει με τη συνύπαρξη πολλών εναλλακτικών εκδοχών όχι μόνο της Ιστορίας αλλά και της πραγματικότητας. Τα χρόνια της κρίσης, της απότομης προσαρμογής της ζωής μας στο επίπεδο των οικονομικών ικανοτήτων της χώρας, δεν συνοδεύτηκαν από μια πιο «προσγειωμένη» αντίληψη των πραγμάτων, όπου, ασχέτως με τις κομματικές και ιδεοληπτικές μας διαφορές, θα μπορούσαμε να μοιραζόμαστε μια κοινή αντίληψη για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε και να συμφωνήσουμε σε κάποιες διορθωτικές κινήσεις. Αντιθέτως, διχαστήκαμε πάλι –αυτή τη φορά μεταξύ «μνημονιακών» και «αντιμνημονιακών»– χωρίς ουσιαστική αξιολόγηση των μεταρρυθμίσεων που η χώρα έχει ανάγκη. Η επιτάχυνση του πολιτικού χρόνου τις επόμενες εβδομάδες και ό,τι ακολουθήσει την προσπάθεια να εκλεγεί νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας ίσως οδηγήσουν σε αυτό που δεν πετύχαμε έως τώρα· να κατανοήσουμε πού βρισκόμαστε και να αποφασίσουμε πού βαδίζουμε.
Οι κυριότερες εκδοχές της πραγματικότητας, όπως παρουσιάζονται από τους πρωταγωνιστές της πολιτικής μας ζωής, απέχουν πολύ μεταξύ τους. Η κυβέρνηση του κ. Αντώνη Σαμαρά παρουσιάζει την Ελλάδα στην είσοδο του λιμανιού της σταθερότητας και της ανάπτυξης και τον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Αλέξη Τσίπρα ως τη θύελλα που απειλεί να ρίξει το καράβι του έθνους στα βράχια. Ο κ. Τσίπρας, από την άλλη, παρουσιάζει την κυβέρνηση, τη λιτότητα και τις μεταρρυθμίσεις ως τον κίνδυνο από τον οποίο πρέπει να σωθεί ο λαός αμέσως. Η κυβέρνηση θέλει να αποφύγει εθνικές εκλογές, η αξιωματική αντιπολίτευση τις παρουσιάζει σαν λύτρωση. Η μια πλευρά δεν αναλογίζεται τα λάθη που έκανε, ενώ η άλλη δεν αναγνωρίζει όσα καλά και χρήσιμα έγιναν τα τελευταία χρόνια. Εμείς, οι πολίτες, καλούμαστε να επιλέξουμε μεταξύ τους, κρίνοντας ποια «πραγματικότητα» μας ταιριάζει, ενώ ζούμε στη δική μας εικονική πραγματικότητα. Συμβιβαζόμαστε με το γεγονός ότι ενώ διαθέτουμε δημοκρατικούς θεσμούς κατ’ όνομα, στην πράξη συχνά είναι υποκειμενικοί και αναποτελεσματικοί. Πολλοί μάθαμε να διεκδικούμε προνόμια και παροχές χωρίς να καταβάλλουμε τους ανάλογους κόπους – αρκεί να διεκδικούμε δυναμικά. Μάθαμε την ευκολία των «πολιτικών» λύσεων, βάζοντας την πελατειακή σχέση του πολίτη με τον πολιτικό πάνω από τους νόμους, πάνω και από τη λογική. Χτίσαμε το βασίλειο της αυθαιρεσίας και του στενού προσωπικού ή ομαδικού συμφέροντος· στο τέλος πιστέψαμε πως ό,τι μας βόλευε ήταν αληθινό.
Στην ψυχιατρική, η αδυναμία να κατανοήσουμε την πραγματικότητα είναι μια άκρως επικίνδυνη διαταραχή που μπορεί να οδηγήσει στην ψύχωση. Με τη «δοκιμασία της πραγματικότητας» παρατηρούμε τον κόσμο και κατανοούμε τη δική μας υποκειμενική αντίληψη για όσα βλέπουμε, διαχωρίζουμε μεταξύ όσων συμβαίνουν μέσα μας και όσων υπάρχουν έξω από εμάς. Στην Ελλάδα είμαστε επιρρεπείς στην αντίληψη ότι αρκεί να θέλουμε κάτι, ή να ελπίζουμε για κάτι, και αυτό γίνεται πραγματικότητα. Παραβλέπουμε την ύπαρξη των άλλων – είτε είναι πολιτικοί αντίπαλοι είτε ξένοι δανειστές, είτε αγορές, είτε γεωπολιτικοί κίνδυνοι.
Οποιοι κι αν είμαστε, ό,τι κι αν πιστεύουμε, πλησιάζει η αναμέτρηση με την πραγματικότητα. Πριν καθίσει ο κουρνιαχτός θα πρέπει να καταλάβουμε πού βρισκόμαστε, ποιοι είμαστε, ποια τα εφόδιά μας και πού πάμε. Δεν συμφωνήσαμε στην πορεία, θα ζήσουμε με το αποτέλεσμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου