Η ιδέα ενός παράλληλου νομίσματος για την Ελλάδα είναι άξια προσοχής. Ακόμη και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Wolfgang Schaeuble ασχολείται με την πιθανότητα η Ελλάδα να μην καταφέρει να έλθει σε συμφωνία με τους πιστωτές της. Θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα –αν και όχι με τον τρόπο που προβλέπεται από τα μοντέλα που κυκλοφορούν οι οικονομολόγοι τους τελευταίους μήνες.
Τα περισσότερα από αυτά τα μοντέλα περιλαμβάνουν την Ελλάδα να εκδίδει κάποιας μορφής IOUs για να πληρώσει τους υπαλλήλους της, με την κυβέρνηση να αποδέχεται αυτά τα νέα χρεόγραφα αντί των φόρων σε κάποια μελλοντική ημερομηνία. Το ακριβές σχέδιο διαφέρει και εδώ υπάρχει μία περισσότερο ή λιγότερο εξοντωτική κατηγοριοποίηση των προτάσεων για το παράλληλο νόμισμα για την ευρωζώνη), και υπάρχουν ενδιαφέρουσες ανατροπές. Προτού γίνει υπουργός Οικονομικών ο Γ. Βαρουφάκης, είχε προτείνει την παράλληλο νόμισμα –το αποκαλούσε FT-coin (future taxes)- έναντι ευρώ. Οι άνθρωποι θα το αγόραζαν διότι θα ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσουν 1000 ευρώ σε FT-coins για να πληρώσουν φόρους αξίας 1.500 ευρώ σε δύο χρόνια.
Δεν έχει σημασία τι σχεδιασμούς προσαρμόζουν οι οικονομολόγοι στα σχέδια, η γενική ιδέα είναι η ίδια: η κυβέρνηση θα πληρώνει τους ανθρώπους σε κάτι άλλο εκτός από λεφτά, αλλά θα δημιουργεί ένα κίνητρο για αυτούς ώστε να χρησιμοποιούν αυτό το υποκατάστατο ως μέσο ανταλλαγής. Σε αντίθετη περίπτωση, λέει η λογική, κανείς δεν θα το αποδεχόταν.
Το πρόβλημα με αυτή τη σχολή σκέψης είναι ότι στην Ελλάδα, οι πιστώσεις φόρου δεν είναι ένα τεράστιο δέλεαρ. Οι Έλληνες δεν είναι ιδιαίτερα επιμελείς φορολογούμενοι. Στο τέλος του περασμένου έτους, χρωστούσαν στο κράτος 76 δισ. ευρώ σε απλήρωτες εισφορές. Η φοροδιαφυγή είναι ανεξέλεγκτη, και διευκολύνει την επινόηση εξωτικών ιδεών, όπως η χρήση νοικοκυρών, μαθητών ακόμη και ξένων τουριστών, ως freelance φορολογικούς επιθεωρητές.
Εάν δεν πρόκειται να πληρώσεις φόρους, δεν θα πληρώσεις για φορολογικές πιστώσεις ακόμη και με τους καλύτερους όρους. Ακόμη κι αν το σχήμα ήταν λειτουργικό, θα έσπερνε τους καρπούς μιας νέας κρίσης σε λίγα χρόνια, μόλις η κυβέρνηση άρχιζε να παίρνει πάλι πίσω τα IOUs της αντί των πραγματικών φορολογικών εσόδων.
Όποιος έχει ζήσει ποτέ πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, γνωρίζει ότι ο σωστός τρόπος να διαχειριστεί κανείς ένα παράλληλο νόμισμα, βασίζεται στον εξαναγκασμό, όχι στην αποπλάνηση.
Ένα τέτοιο σύστημα υπάρχει στην Κούβα. Αυτή η χώρα χρησιμοποιεί το «μετατρέψιμο πέσο» ή CUC, μαζί με το πέσο Κούβας ή CUP. Οι ξένοι τουρίστες ανταλλάσσουν τα δολάριά τους (ή κατά προτίμηση, ευρώ, στερλίνες ή γιεν, με 10% φόρο στις συναλλαγές με δολάρι9ο) για CUC, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην οικονομία «σκληρού νομίσματος» -για να πληρώσουν για εισαγόμενα αγαθά, για αέριο, σε εστιατόρια που απευθύνονται κυρίως σε τουρίστες. Οι Κουβανοί πληρώνονται σε CUP, το οποίο μπορεί να δαπανηθεί σε τοπικά καταστήματα (ως επί το πλείστον για την αγορά προϊόντων με δελτίο) και για υπηρεσίες. Επιτρέπεται να μετατρέπουν τα CUP σε CUC σε μια ισοτιμία αρκετά κοντά με αυτή της αγοράς. Αυτή είναι μια βελτίωση από το, ας πούμε, σοβιετικό σύστημα, στο οποίο δεν θα μπορούσες νόμιμα να μετατρέψεις ρούβλια σε ξένο νόμισμα, εκτός από κάποιες ειδικές περιπτώσεις και σε μια εξαιρετικά δυσμενή ισοτιμία. Και πάλι, οι περισσότεροι Κουβανοί δεν μπορούν να ζήσουν τη ζωή του CUC. Ο μέσος μισθός στο νησί είναι το αντίστοιχο των 20 δολαρίων ανά μήνα.
Όπως και τα προηγούμενα κομμουνιστικά συστήματα, το κουβανικό είναι δύσκολο να διαχειριστεί, και η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί από το 2013 να το καταργήσει. Όταν το κουβανικό πέσο ενοποιηθεί τελικά, η χώρα θα έχει ακόμη ένα σύστημα παράλληλου νομίσματος, με το δολάριο ανεπισήμως να εκτοπίζει το CUC. Η λογική της κατάστασης είναι ότι τα μετατρέψιμα νομίσματα είναι για εκείνους που θέλουν πρόσβαση στις εισαγωγές. Η κυβέρνηση δεν ενθαρρύνει αυτή την πρόσβαση, αλλά είναι ακόμη κάπως ενσωματωμένη στην παγκόσμια οικονομία και θέλει η ελίτ της να έχει πρόσβαση σε ωραία ρούχα, καλό ουίσκι και ελβετική σοκολάτα. Επομένως, υπάρχει ένα τοπικό νόμισμα για τους προλετάριους και ένα μετατρέψιμο για τα αφεντικά.
Εάν αυτό δεν ακούγεται πολύ αριστερό, δεν είναι μόνο διότι η πρακτική των αριστερών ιδεών τείνει να είναι κατά πολύ διαφορετική από την θεωρία. Κοιτάξτε το από μια διαφορετική οπτική: μια κυβέρνηση που θέλει να παρέχει ένα ελάχιστο βιοτικό επίπεδο για όλους τους πολίτες της αλλά δεν έχουν τους πόρους, πρέπει να θέσει σε καραντίνα το νομισματικό της σύστημα από τον υπόλοιπο κόσμο. Για ποιον λόγο δεν θα πρέπει η αριστερή κυβέρνηση της Ελλάδας να δώσει στους πολίτες της μια γεύση δυαδικού νομίσματος αλα Κούβα; Υπάρχουν αρκετά τρόφιμα και είδη ρουχισμού που παράγονται στην χώρα τα οποία δεν μπορούν να εξαχθούν με κέρδος. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να χρεώνει για τις υπηρεσίες της σε δραχμές ή όπως αλλιώς θα ονομάζεται το νέο νόμισμα. άλλοι πάροχοι υπηρεσιών δεν θα είχαν εναλλακτική από το να υιοθετήσουν το μαλακό νόμισμα, διότι το 20% του ελληνικού εργατικού δυναμικού απασχολείται στον δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων κρατικών επιχειρήσεων, θα πληρώνεται μόνο σε δραχμές. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση θα μπορούσε δραστικά να μειώσει την ανεργία προσλαμβάνοντας ανέργους και πληρώνοντάς τους στο νέο της νόμισμα.
Αυτό ασφαλώς, θα δημιουργούσε την πιθανότητα υπερβολικού πληθωρισμού και η κυβέρνηση θα έπρεπε να επιβάλει περιορισμούς. Θα άνθιζε αμέσως μια μαύρη αγορά, όπως συνέβη στην Ουκρανία το περασμένο έτος υπό παρόμοιες συνθήκες. Οι Ουκρανοί ωστόσο, ανακάλυψαν ότι αν δεν σχεδίαζαν να ταξιδέψουν ή να αγοράσουν ακριβά εισαγόμενα, θα μπορούσαν να τα περάσουν μια χαρά με το τοπικό νόμισμα.
Άσχημο; Ναι. Αλλά θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι οι Έλληνες μισούν τις εναλλακτικές –λιτότητα και δημοσιονομική πειθαρχία- ακόμη περισσότερο από ό,τι θα μισούσαν αυτή τη γεύση σοβιετικού φαρμάκου. Για αυτό εξέλεξαν μια αποφασισμένη αριστερή κυβέρνηση να τους κυβερνήσει και να πολεμήσει τους διεθνείς πιστωτές σε κάθε σπιθαμή του δρόμου.
Και μόλις η Ελλάδα κουραστεί από αυτό το παράλληλο νόμισμα, θα μπορούσε να εγκαταλείψει την δραχμή και να γυρίσει στο ευρώ. ΤΟ Μαυροβούνιο εγκατέλειψε το δηνάριο για χάρη του γερμανικού μάρκου το 1996 και το Εκουαδόρ εγκατέλειψε το sucre για το αμερικανικό δολάριο το 2000, διότι τα de facto καθεστώτα παράλληλου νομίσματος κρίθηκαν περιττά. Υπάρχουν επίσης περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένα παραδείγματα μετά-κομμουνιστικών μεταβάσεων σε ενιαία μετατρέψιμα νομίσματα. Επιστρέφοντας στον αναπτυσσόμενο κόσμο, η Ελλάδα δεν θα πρέπει να ντρέπεται να πάρει μαθήματα από τους νέους της ομολόγους.
Τα περισσότερα από αυτά τα μοντέλα περιλαμβάνουν την Ελλάδα να εκδίδει κάποιας μορφής IOUs για να πληρώσει τους υπαλλήλους της, με την κυβέρνηση να αποδέχεται αυτά τα νέα χρεόγραφα αντί των φόρων σε κάποια μελλοντική ημερομηνία. Το ακριβές σχέδιο διαφέρει και εδώ υπάρχει μία περισσότερο ή λιγότερο εξοντωτική κατηγοριοποίηση των προτάσεων για το παράλληλο νόμισμα για την ευρωζώνη), και υπάρχουν ενδιαφέρουσες ανατροπές. Προτού γίνει υπουργός Οικονομικών ο Γ. Βαρουφάκης, είχε προτείνει την παράλληλο νόμισμα –το αποκαλούσε FT-coin (future taxes)- έναντι ευρώ. Οι άνθρωποι θα το αγόραζαν διότι θα ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσουν 1000 ευρώ σε FT-coins για να πληρώσουν φόρους αξίας 1.500 ευρώ σε δύο χρόνια.
Δεν έχει σημασία τι σχεδιασμούς προσαρμόζουν οι οικονομολόγοι στα σχέδια, η γενική ιδέα είναι η ίδια: η κυβέρνηση θα πληρώνει τους ανθρώπους σε κάτι άλλο εκτός από λεφτά, αλλά θα δημιουργεί ένα κίνητρο για αυτούς ώστε να χρησιμοποιούν αυτό το υποκατάστατο ως μέσο ανταλλαγής. Σε αντίθετη περίπτωση, λέει η λογική, κανείς δεν θα το αποδεχόταν.
Το πρόβλημα με αυτή τη σχολή σκέψης είναι ότι στην Ελλάδα, οι πιστώσεις φόρου δεν είναι ένα τεράστιο δέλεαρ. Οι Έλληνες δεν είναι ιδιαίτερα επιμελείς φορολογούμενοι. Στο τέλος του περασμένου έτους, χρωστούσαν στο κράτος 76 δισ. ευρώ σε απλήρωτες εισφορές. Η φοροδιαφυγή είναι ανεξέλεγκτη, και διευκολύνει την επινόηση εξωτικών ιδεών, όπως η χρήση νοικοκυρών, μαθητών ακόμη και ξένων τουριστών, ως freelance φορολογικούς επιθεωρητές.
Εάν δεν πρόκειται να πληρώσεις φόρους, δεν θα πληρώσεις για φορολογικές πιστώσεις ακόμη και με τους καλύτερους όρους. Ακόμη κι αν το σχήμα ήταν λειτουργικό, θα έσπερνε τους καρπούς μιας νέας κρίσης σε λίγα χρόνια, μόλις η κυβέρνηση άρχιζε να παίρνει πάλι πίσω τα IOUs της αντί των πραγματικών φορολογικών εσόδων.
Όποιος έχει ζήσει ποτέ πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, γνωρίζει ότι ο σωστός τρόπος να διαχειριστεί κανείς ένα παράλληλο νόμισμα, βασίζεται στον εξαναγκασμό, όχι στην αποπλάνηση.
Ένα τέτοιο σύστημα υπάρχει στην Κούβα. Αυτή η χώρα χρησιμοποιεί το «μετατρέψιμο πέσο» ή CUC, μαζί με το πέσο Κούβας ή CUP. Οι ξένοι τουρίστες ανταλλάσσουν τα δολάριά τους (ή κατά προτίμηση, ευρώ, στερλίνες ή γιεν, με 10% φόρο στις συναλλαγές με δολάρι9ο) για CUC, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην οικονομία «σκληρού νομίσματος» -για να πληρώσουν για εισαγόμενα αγαθά, για αέριο, σε εστιατόρια που απευθύνονται κυρίως σε τουρίστες. Οι Κουβανοί πληρώνονται σε CUP, το οποίο μπορεί να δαπανηθεί σε τοπικά καταστήματα (ως επί το πλείστον για την αγορά προϊόντων με δελτίο) και για υπηρεσίες. Επιτρέπεται να μετατρέπουν τα CUP σε CUC σε μια ισοτιμία αρκετά κοντά με αυτή της αγοράς. Αυτή είναι μια βελτίωση από το, ας πούμε, σοβιετικό σύστημα, στο οποίο δεν θα μπορούσες νόμιμα να μετατρέψεις ρούβλια σε ξένο νόμισμα, εκτός από κάποιες ειδικές περιπτώσεις και σε μια εξαιρετικά δυσμενή ισοτιμία. Και πάλι, οι περισσότεροι Κουβανοί δεν μπορούν να ζήσουν τη ζωή του CUC. Ο μέσος μισθός στο νησί είναι το αντίστοιχο των 20 δολαρίων ανά μήνα.
Όπως και τα προηγούμενα κομμουνιστικά συστήματα, το κουβανικό είναι δύσκολο να διαχειριστεί, και η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί από το 2013 να το καταργήσει. Όταν το κουβανικό πέσο ενοποιηθεί τελικά, η χώρα θα έχει ακόμη ένα σύστημα παράλληλου νομίσματος, με το δολάριο ανεπισήμως να εκτοπίζει το CUC. Η λογική της κατάστασης είναι ότι τα μετατρέψιμα νομίσματα είναι για εκείνους που θέλουν πρόσβαση στις εισαγωγές. Η κυβέρνηση δεν ενθαρρύνει αυτή την πρόσβαση, αλλά είναι ακόμη κάπως ενσωματωμένη στην παγκόσμια οικονομία και θέλει η ελίτ της να έχει πρόσβαση σε ωραία ρούχα, καλό ουίσκι και ελβετική σοκολάτα. Επομένως, υπάρχει ένα τοπικό νόμισμα για τους προλετάριους και ένα μετατρέψιμο για τα αφεντικά.
Εάν αυτό δεν ακούγεται πολύ αριστερό, δεν είναι μόνο διότι η πρακτική των αριστερών ιδεών τείνει να είναι κατά πολύ διαφορετική από την θεωρία. Κοιτάξτε το από μια διαφορετική οπτική: μια κυβέρνηση που θέλει να παρέχει ένα ελάχιστο βιοτικό επίπεδο για όλους τους πολίτες της αλλά δεν έχουν τους πόρους, πρέπει να θέσει σε καραντίνα το νομισματικό της σύστημα από τον υπόλοιπο κόσμο. Για ποιον λόγο δεν θα πρέπει η αριστερή κυβέρνηση της Ελλάδας να δώσει στους πολίτες της μια γεύση δυαδικού νομίσματος αλα Κούβα; Υπάρχουν αρκετά τρόφιμα και είδη ρουχισμού που παράγονται στην χώρα τα οποία δεν μπορούν να εξαχθούν με κέρδος. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να χρεώνει για τις υπηρεσίες της σε δραχμές ή όπως αλλιώς θα ονομάζεται το νέο νόμισμα. άλλοι πάροχοι υπηρεσιών δεν θα είχαν εναλλακτική από το να υιοθετήσουν το μαλακό νόμισμα, διότι το 20% του ελληνικού εργατικού δυναμικού απασχολείται στον δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων κρατικών επιχειρήσεων, θα πληρώνεται μόνο σε δραχμές. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση θα μπορούσε δραστικά να μειώσει την ανεργία προσλαμβάνοντας ανέργους και πληρώνοντάς τους στο νέο της νόμισμα.
Αυτό ασφαλώς, θα δημιουργούσε την πιθανότητα υπερβολικού πληθωρισμού και η κυβέρνηση θα έπρεπε να επιβάλει περιορισμούς. Θα άνθιζε αμέσως μια μαύρη αγορά, όπως συνέβη στην Ουκρανία το περασμένο έτος υπό παρόμοιες συνθήκες. Οι Ουκρανοί ωστόσο, ανακάλυψαν ότι αν δεν σχεδίαζαν να ταξιδέψουν ή να αγοράσουν ακριβά εισαγόμενα, θα μπορούσαν να τα περάσουν μια χαρά με το τοπικό νόμισμα.
Άσχημο; Ναι. Αλλά θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι οι Έλληνες μισούν τις εναλλακτικές –λιτότητα και δημοσιονομική πειθαρχία- ακόμη περισσότερο από ό,τι θα μισούσαν αυτή τη γεύση σοβιετικού φαρμάκου. Για αυτό εξέλεξαν μια αποφασισμένη αριστερή κυβέρνηση να τους κυβερνήσει και να πολεμήσει τους διεθνείς πιστωτές σε κάθε σπιθαμή του δρόμου.
Και μόλις η Ελλάδα κουραστεί από αυτό το παράλληλο νόμισμα, θα μπορούσε να εγκαταλείψει την δραχμή και να γυρίσει στο ευρώ. ΤΟ Μαυροβούνιο εγκατέλειψε το δηνάριο για χάρη του γερμανικού μάρκου το 1996 και το Εκουαδόρ εγκατέλειψε το sucre για το αμερικανικό δολάριο το 2000, διότι τα de facto καθεστώτα παράλληλου νομίσματος κρίθηκαν περιττά. Υπάρχουν επίσης περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένα παραδείγματα μετά-κομμουνιστικών μεταβάσεων σε ενιαία μετατρέψιμα νομίσματα. Επιστρέφοντας στον αναπτυσσόμενο κόσμο, η Ελλάδα δεν θα πρέπει να ντρέπεται να πάρει μαθήματα από τους νέους της ομολόγους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου