Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

Αν θες να κερδίσεις, πρέπει να ρισκάρεις. (by ManosV)........

Σε γενικές γραμμές ο πιο συνηθισμένος ορισμός για τον κίνδυνο στην καθημερινότητα κάποιου, είναι η πιθανότητα το αποτέλεσμα που ακολουθεί μια συγκεκριμένη απόφαση, να είναι χειρότερο του αναμενομένου. Στον κόσμο των οικονομικών όμως, ως κίνδυνος ορίζεται η μεταβλητότητα των πιθανών αποτελεσμάτων που ακολουθούν μια απόφαση, γύρω από την αναμενόμενη τιμή τους, ή έναν αντιπροσωπευτικό τους μέσο, μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Υπό αυτήν την έννοια, ως κίνδυνος μπορεί να θεωρηθεί όχι μόνο ένα χειρότερο του αναμενομένου αποτέλεσμα, αλλά και ένα καλύτερο επίσης.


Ο συνολικός κίνδυνος που αντιμετωπίζει κάποιος που τοποθετείται σε μια αγορά, συνήθως διαχωρίζεται σε δύο διαφορετικού τύπου κινδύνους. Σε αυτόν που είναι αδύνατο να αποφευχθεί, άσχετα από τις επιμέρους αποφάσεις του εκάστοτε τοποθετούμενου, και σε εκείνον που με κατάλληλους χειρισμούς μπορεί να ελαχιστοποιηθεί ή ακόμα και να μηδενιστεί. Για παράδειγμα όταν υπάρχει μια γενικότερη αναταραχή στην οικονομία, όλες οι αξίες είτε είναι κινητές (ομόλογα, μετοχές, κλπ), είτε ακίνητες (κατοικίες, επαγγελματικοί χώροι, κλπ), επηρεάζονται σε ένα βαθμό, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο.

Υπάρχουν βέβαια και περιουσιακά στοιχεία ή και χρηματοοικονομικά προϊόντα, που μπορεί να κινούνται ανεξάρτητα ή και αντίθετα από την γενικότερη τάση, μιας και η ύπαρξή τους εξυπηρετεί ακριβώς αυτό το σκοπό, της αντιστάθμισης του κινδύνου. Είναι λοιπόν στην ευχέρεια του εκάστοτε τοποθετούμενου, να επιλέξει εκείνο το συνδυασμό περιουσιακών στοιχείων για τη δημιουργία ενός χαρτοφυλακίου, που θα ελαχιστοποιεί τον αναλαμβανόμενο κίνδυνο σε σχέση με τη γενικότερη κατάσταση της οικονομίας, αλλά και ανάλογα με την προσωπική του διάθεση για το επίπεδο κινδύνου που προτίθεται να αναλάβει, αναφορικά και με τις γενικότερες μελλοντικές προσδοκίες του.

Εκτός όμως από τον αναλαμβανόμενο κίνδυνο υπάρχει πάντα και η απόδοση που τον συνοδεύει, όπως για παράδειγμα η προσδοκώμενη απόδοση, η οποία όμως μπορεί να πραγματοποιηθεί αλλά μπορεί και όχι, μιας και το μέλλον δεν είναι γνωστό. Στην περίπτωση αυτή και προκειμένου να εκτιμηθεί η προσδοκώμενη απόδοση, το πιο συνηθισμένο είναι να γίνονται σενάρια με διαφορετικές μελλοντικές αποδόσεις και στη συνέχεια να εκτιμάται η πιθανότητα εμφάνισης του κάθε σεναρίου ξεχωριστά. Ο μέσος όρος όλων αυτών των πιθανολογούμενων μελλοντικών αποδόσεων, συνιστά αυτό που αποκαλείται «προσδοκώμενη απόδοση».  

Πέρα όμως από την προσδοκώμενη απόδοση, υπάρχει και η ελάχιστη απαιτούμενη απόδοση που ζητάει κάποιος για να τοποθετήσει τα χρήματά του σε ένα περιουσιακό στοιχείο, ή σε ένα σύνολο περιουσιακών στοιχείων με διαφορετικά χαρακτηριστικά επικινδυνότητας, και που χωρίζεται ουσιαστικά σε δύο διαφορετικά μέρη. Πρώτον στην απόδοση που δεν εμπεριέχει κανένα κίνδυνο, και που αποτελεί ουσιαστικά την αποζημίωση που ζητάει κάποιος για να μην καταναλώσει τα χρήματά του στο παρόν αλλά σε κάποια άλλη στιγμή στο μέλλον, και δεύτερον σε μια προσαύξηση της απόδοσης άνευ κινδύνου, σε ποσοστό τέτοιο που να  αποζημιώνει τον τοποθετούμενο για τον επιπλέον συστηματικό κίνδυνο που αναλαμβάνει.

Συνήθως σε συνθήκες ισορροπίας, δηλαδή στην περίπτωση που η αγορά λειτουργεί αποτελεσματικά και δεν υπάρχουν ακραίες καταστάσεις, η αναμενόμενη απόδοση ενός μεμονωμένου περιουσιακού στοιχείου ή ενός συνόλου διαφορετικών περιουσιακών στοιχείων, είναι ίση με την ελάχιστη απαιτούμενη απόδοση. Αυτό συμβαίνει γιατί η αναμενόμενη απόδοση, είναι συνήθως και εκείνη που απαιτείται κατά μέσο όρο προκειμένου κάποιος να τοποθετήσει τα χρήματά του, δεδομένου ότι η αποζημίωση που παρέχεται από την αγορά στον εκάστοτε τοποθετούμενο, βασίζεται μόνο στον συστηματικό κίνδυνο που εκείνος αναλαμβάνει, μιας και ο μη συστηματικός κίνδυνος μπορεί ακόμα και να μηδενιστεί, μέσα από τις διαφορετικές επιλογές της διάρθρωσης του συνολικού χαρτοφυλακίου.

Συμβαίνει όμως κάποιες φορές και για κάποιο χρονικό διάστημα μικρότερο ή μεγαλύτερο, να υπάρχουν περιπτώσεις περιουσιακών στοιχείων, η τιμή των οποίων να θεωρείται τη δεδομένη χρονική στιγμή, ότι δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική οικονομική τους αξία. Αυτά τα περιουσιακά στοιχεία χαρακτηρίζονται ως υποτιμημένα ή υπερτιμημένα, καθώς η προσδοκώμενη απόδοσή τους, ξεπερνά είτε υπολείπεται της αντίστοιχης ελάχιστης απαιτούμενης απόδοσής τους για το συγκεκριμένο επίπεδο κινδύνου. Έτσι στα πλαίσια μιας πιθανής αναδιάρθρωσης χαρτοφυλακίου, κάτι που θα πρέπει πάντα να υπάρχει σαν σκέψη σε όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά, θα πρέπει να επανεξετάζονται οι προηγούμενες επιλογές, προκειμένου πάντα να πληρείται το κριτήριο της ελάχιστης απαιτούμενης απόδοσης για το εκάστοτε επίπεδο κινδύνου. Άλλωστε, αν κάποιος θέλει να κερδίσει, σίγουρα πρέπει να ρισκάρει, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το μεγαλύτερο ρίσκο είναι απαραίτητα συνδεδεμένο και με μεγαλύτερη απόδοση.    

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου