Oι πιστωτές της Ελλάδας δεν της επέδωσαν κάποιο τελεσίγραφο. Αλλά το τελευταίο επεισόδιο στη διπλωματία υψηλού ρίσκου που λαμβάνει χώρα κατά τη διαπραγμάτευση έχει αφήσει λίγα περιθώρια στην Ελλάδα, εάν θέλει να αποφύγει μία άτακτη χρεοκοπία που θα προκαλέσει οικονομικό και πολιτικό χάος.
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει την ευκαιρία να συμμετέχει σε έναν ακόμα γύρο διαπραγματεύσεων. Εάν παίξει καλά τα χαρτιά του, μπορεί να εξασφαλίσει λίγο μικρότερη λιτότητα από την ευρωζώνη και το ΔΝΤ, καθώς και κάποια ένδειξη ότι το βάρος του χρέους της χώρας θα ελαφρυνθεί αν βέβαια συνεχίσει να συμμορφώνεται με τους κανόνες.
Ο Τσίπρας πιθανόν θα χρειαστεί να παλέψει για να κρατήσει το ΣΥΡΙΖΑ, το ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα του, ενωμένο. Αλλά θα έπρεπε παρ' όλα αυτά να υπογράψει την καλύτερη συμφωνία που μπορεί να πάρει από τη διαπραγμάτευση. Οι συνέπειες για αυτόν και για τη χώρα, αν δεν το κάνει, θα είναι τρομερές.
Ο Τσίπρας, το ΔΝΤ και η ευρωζώνη έχουν όλοι παρουσιάσει νέες προτάσεις αυτήν την εβδομάδα, καθεμιά εκ των οποίων έχει πλέον διαρρεύσει στη δημοσιότητα. Οι δύο πλευρές έχουν σίγουρα έρθει πιο κοντά τις τελευταίες εβδομάδες, αλλά βρίσκονται ακόμα αρκετά μακριά. Τις επόμενες εβδομάδες όμως η Ελλάδα θα πιαστεί στη φάκα, εκτός κι αν οι δανειστές της τής δανείσουν περισσότερα χρήματα.
Οι πιστωτές έχουν ένα σχέδιο που φαίνεται λογικό, αλλά ακόμα απαιτεί υπερβολικά μεγάλη λιτότητα. Πιέζει για πρωτογενή πλεονάσματα 1% αυτή τη χρονιά και 2% την επόμενη. Αυτό τουλάχιστον αποτελεί μια κάποια βελτίωση σε σχέση με τα προηγούμενα 3% και 4,5%.
Ωστόσο, η ελληνική οικονομία έχει πάει τόσο άσχημα τους τελευταίους μήνες που οι πιστωτές τώρα πιστεύουν ότι η Αθήνα θα έχει πρωτογενές έλλειμμα 0,7% του ΑΕΠ αυτή τη χρονιά αν δεν αναλάβει δράση. Για να επιτύχει λοιπόν τον νέο στόχο, η κυβέρνηση πρέπει να περικόψει δαπάνες και να ανεβάσει τους φόρους κατά 1,7% του ΑΕΠ. Αυτό είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα ρίξει την ήδη στάσιμη οικονομία ξανά σε ύφεση.
Το σχέδιο του Τσίπρα ζητά ένα πρωτογενές πλεόνασμα στο 0,6% αυτήν τη χρονιά και 1,5% για το 2016 – επίπεδα τα οποία δεν θα βυθίσουν τόσο πολύ την οικονομία. Όμως οι πιστωτές δεν πρόκειται να ξαναχαμηλώσουν τους δημοσιονομικούς στόχους εκτός κι αν η ελληνική κυβέρνηση τους δώσει κάποιο αντάλλαγμα. Η πιο προφανής υποχώρηση είναι οι βαθύτερες δομικές μεταρρυθμίσεις. Κι εδώ, δυστυχώς, οι προτάσεις του Τσίπρα φαντάζουν ακόμα λίγες.
Υπάρχουν κατ΄αρχάς κάποιες ιδέες προς θετική κατεύθυνση. Η Ελλάδα υπόσχεται μια πλήρως ανεξάρτητη φορολογική αρχή, η οποία θα καταπολεμήσει τη φοροδιαφηγή, που είναι ενδημική στη χώρα. Υπόσχεται επίσης να ανεβάσει σταδιακά τις ηλικίες συνταξιοδότησης, που συχνά είναι ιδιαίτερα μικρές.
Η Αθήνα, όμως, θέλει ακόμα να δίνει συμπληρωματικές συντάξεις, τις οποίες τα ασφαλιστικά ταμεία δεν μπορούν να πληρώσουν και θέλει να τις χρηματοδοτήσει με το να δανειστεί από τους πιστωτές της. Αυτό είναι δύσκολο να το δικαιολογήσει κανείς. Εν τω μεταξύ, οι προτάσεις του Τσίπρα για την αναδιάρθρωση του αναποτελεσματικού δημόσιου τομέα είναι θολές και είναι μάλλον χλιαρός στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων, το οποίο θα μπορούσε να αναζωογονήσει την οικονομία και να αυξήσει τα έσοδα ώστε η Ελλάδα να μειώσει το βουνό του κρατικού της χρέους.
Αν ο Τσίπρας θέλει συμφωνία, θα πρέπει μάλλον να καταπιεί το χάπι όλων των δομικών μεταρρυθμίσεων που προτείνουν οι δανειστές. Αυτές περιλαμβάνουν εκτός των άλλων: απελευθέρωση πολλών αγορών που ακόμα ασφυκτιούν από διάφορα ειδικά συμφέροντα, απλοποίηση του συστήματος ΦΠΑ, το οποίο έχει τόσες τρύπες που μοιάζει με ελβετικό τυρί και την μη-ανάμειξη στο τραπεζικό σύστημα.
Η αποδοχή αυτών των όρων θα έφερνε τον Τσίπρα σε μια καλή διαπραγματευτική θέση ώστε να εξασφαλίσει λιγότερη λιτότητα βραχυπρόθεσμα. Και πιθανότητα θα του έδινε μία καλή βάση ώστε να επιχειρηματολογήσει υπέρ της ελάφρυνσης χρέους.
Οι πιστωτές είναι μάλλον απίθανο να επιτρέψουν να μπει κάτι τέτοιο στο τραπέζι μέχρι η Αθήνα καθίσει μαζί τους στο τραπέζι για ένα καινούριο πρόγραμμα στήριξης το οποίο θα απαιτούσε το να δανείσουν στην Ελλάδα άλλα €50 δισ. περίπου.
Παρ' όλα αυτά ο Τσίπρας θα μπορούσε να πάρει μαθήματα τώρα για το πώς το χρέος θα μπορούσε να μειωθεί στο μέλλον. Το να δοθεί στην Ελλάδα αφενός περισσότερος χρόνος χωρίς επιτόκια στο χρέος και αφετέρου περίπου ακόμα μία δεκαετία για να αποπληρώσει τα χρέη της, θα ήταν οι πιο λογικές επιλογές.
Το πρόβλημα είναι ότι ο Τσίπρας δεν διαπραγματεύεται σωστά. Η πρότασή του περιλαμβάνει μια υπόσχεση να διατηρήσει ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ από το 2019 και μετά, ακριβώς αυτό που απαιτούν οι πιστωτές. Αυτό το ποσό είναι πολύ ψηλό. Θα έπρεπε να το έχει αφήσει ανοιχτό μέχρι το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους να επιλυθεί.
Εάν πάντως ο Τσίπρας τα κάνει όλα αυτά, θα μπορούσε πράγματι να έχει προβλήματα στο να κρατήσει το κόμμα του ενωμένο. Ένας αριθμός μελών στις αριστερές παρυφές του ελληνικού κοινοβουλίου είναι πιθανόν ότι θα επαναστατούσε, αφήνοντάς τον να εξαρτάται από την αντιπολίτευση, προκειμένου να περάσει τις αποφάσεις του από τη βουλή.
Η προφανής απάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού θα ήταν η προκήρυξη νέων εκλογών. Θα νικούσε πιθανότατα κατά κράτος καθώς οι Έλληνες θέλουν αφενός μία συμφωνία και η αντιπολίτευση είναι υπό διάλυση. Κατά τη διαδικασία αυτή, ο Τσίπρας θα πέταγε τους επαναστάτες εκτός κόμματος και θα κυβερνούσε με μία πιο μετριοπαθή βουλή.
Δεν είναι ξεκάθαρο αν ο Τσίπρας έχει τα κότσια να το κάνει αυτό. Τόσο η Ελλάδα όσο και ο υπόλοιπος κόσμος θα το μάθουν σε λίγο καιρό.
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει την ευκαιρία να συμμετέχει σε έναν ακόμα γύρο διαπραγματεύσεων. Εάν παίξει καλά τα χαρτιά του, μπορεί να εξασφαλίσει λίγο μικρότερη λιτότητα από την ευρωζώνη και το ΔΝΤ, καθώς και κάποια ένδειξη ότι το βάρος του χρέους της χώρας θα ελαφρυνθεί αν βέβαια συνεχίσει να συμμορφώνεται με τους κανόνες.
Ο Τσίπρας πιθανόν θα χρειαστεί να παλέψει για να κρατήσει το ΣΥΡΙΖΑ, το ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα του, ενωμένο. Αλλά θα έπρεπε παρ' όλα αυτά να υπογράψει την καλύτερη συμφωνία που μπορεί να πάρει από τη διαπραγμάτευση. Οι συνέπειες για αυτόν και για τη χώρα, αν δεν το κάνει, θα είναι τρομερές.
Ο Τσίπρας, το ΔΝΤ και η ευρωζώνη έχουν όλοι παρουσιάσει νέες προτάσεις αυτήν την εβδομάδα, καθεμιά εκ των οποίων έχει πλέον διαρρεύσει στη δημοσιότητα. Οι δύο πλευρές έχουν σίγουρα έρθει πιο κοντά τις τελευταίες εβδομάδες, αλλά βρίσκονται ακόμα αρκετά μακριά. Τις επόμενες εβδομάδες όμως η Ελλάδα θα πιαστεί στη φάκα, εκτός κι αν οι δανειστές της τής δανείσουν περισσότερα χρήματα.
Οι πιστωτές έχουν ένα σχέδιο που φαίνεται λογικό, αλλά ακόμα απαιτεί υπερβολικά μεγάλη λιτότητα. Πιέζει για πρωτογενή πλεονάσματα 1% αυτή τη χρονιά και 2% την επόμενη. Αυτό τουλάχιστον αποτελεί μια κάποια βελτίωση σε σχέση με τα προηγούμενα 3% και 4,5%.
Ωστόσο, η ελληνική οικονομία έχει πάει τόσο άσχημα τους τελευταίους μήνες που οι πιστωτές τώρα πιστεύουν ότι η Αθήνα θα έχει πρωτογενές έλλειμμα 0,7% του ΑΕΠ αυτή τη χρονιά αν δεν αναλάβει δράση. Για να επιτύχει λοιπόν τον νέο στόχο, η κυβέρνηση πρέπει να περικόψει δαπάνες και να ανεβάσει τους φόρους κατά 1,7% του ΑΕΠ. Αυτό είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα ρίξει την ήδη στάσιμη οικονομία ξανά σε ύφεση.
Το σχέδιο του Τσίπρα ζητά ένα πρωτογενές πλεόνασμα στο 0,6% αυτήν τη χρονιά και 1,5% για το 2016 – επίπεδα τα οποία δεν θα βυθίσουν τόσο πολύ την οικονομία. Όμως οι πιστωτές δεν πρόκειται να ξαναχαμηλώσουν τους δημοσιονομικούς στόχους εκτός κι αν η ελληνική κυβέρνηση τους δώσει κάποιο αντάλλαγμα. Η πιο προφανής υποχώρηση είναι οι βαθύτερες δομικές μεταρρυθμίσεις. Κι εδώ, δυστυχώς, οι προτάσεις του Τσίπρα φαντάζουν ακόμα λίγες.
Υπάρχουν κατ΄αρχάς κάποιες ιδέες προς θετική κατεύθυνση. Η Ελλάδα υπόσχεται μια πλήρως ανεξάρτητη φορολογική αρχή, η οποία θα καταπολεμήσει τη φοροδιαφηγή, που είναι ενδημική στη χώρα. Υπόσχεται επίσης να ανεβάσει σταδιακά τις ηλικίες συνταξιοδότησης, που συχνά είναι ιδιαίτερα μικρές.
Η Αθήνα, όμως, θέλει ακόμα να δίνει συμπληρωματικές συντάξεις, τις οποίες τα ασφαλιστικά ταμεία δεν μπορούν να πληρώσουν και θέλει να τις χρηματοδοτήσει με το να δανειστεί από τους πιστωτές της. Αυτό είναι δύσκολο να το δικαιολογήσει κανείς. Εν τω μεταξύ, οι προτάσεις του Τσίπρα για την αναδιάρθρωση του αναποτελεσματικού δημόσιου τομέα είναι θολές και είναι μάλλον χλιαρός στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων, το οποίο θα μπορούσε να αναζωογονήσει την οικονομία και να αυξήσει τα έσοδα ώστε η Ελλάδα να μειώσει το βουνό του κρατικού της χρέους.
Αν ο Τσίπρας θέλει συμφωνία, θα πρέπει μάλλον να καταπιεί το χάπι όλων των δομικών μεταρρυθμίσεων που προτείνουν οι δανειστές. Αυτές περιλαμβάνουν εκτός των άλλων: απελευθέρωση πολλών αγορών που ακόμα ασφυκτιούν από διάφορα ειδικά συμφέροντα, απλοποίηση του συστήματος ΦΠΑ, το οποίο έχει τόσες τρύπες που μοιάζει με ελβετικό τυρί και την μη-ανάμειξη στο τραπεζικό σύστημα.
Η αποδοχή αυτών των όρων θα έφερνε τον Τσίπρα σε μια καλή διαπραγματευτική θέση ώστε να εξασφαλίσει λιγότερη λιτότητα βραχυπρόθεσμα. Και πιθανότητα θα του έδινε μία καλή βάση ώστε να επιχειρηματολογήσει υπέρ της ελάφρυνσης χρέους.
Οι πιστωτές είναι μάλλον απίθανο να επιτρέψουν να μπει κάτι τέτοιο στο τραπέζι μέχρι η Αθήνα καθίσει μαζί τους στο τραπέζι για ένα καινούριο πρόγραμμα στήριξης το οποίο θα απαιτούσε το να δανείσουν στην Ελλάδα άλλα €50 δισ. περίπου.
Παρ' όλα αυτά ο Τσίπρας θα μπορούσε να πάρει μαθήματα τώρα για το πώς το χρέος θα μπορούσε να μειωθεί στο μέλλον. Το να δοθεί στην Ελλάδα αφενός περισσότερος χρόνος χωρίς επιτόκια στο χρέος και αφετέρου περίπου ακόμα μία δεκαετία για να αποπληρώσει τα χρέη της, θα ήταν οι πιο λογικές επιλογές.
Το πρόβλημα είναι ότι ο Τσίπρας δεν διαπραγματεύεται σωστά. Η πρότασή του περιλαμβάνει μια υπόσχεση να διατηρήσει ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ από το 2019 και μετά, ακριβώς αυτό που απαιτούν οι πιστωτές. Αυτό το ποσό είναι πολύ ψηλό. Θα έπρεπε να το έχει αφήσει ανοιχτό μέχρι το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους να επιλυθεί.
Εάν πάντως ο Τσίπρας τα κάνει όλα αυτά, θα μπορούσε πράγματι να έχει προβλήματα στο να κρατήσει το κόμμα του ενωμένο. Ένας αριθμός μελών στις αριστερές παρυφές του ελληνικού κοινοβουλίου είναι πιθανόν ότι θα επαναστατούσε, αφήνοντάς τον να εξαρτάται από την αντιπολίτευση, προκειμένου να περάσει τις αποφάσεις του από τη βουλή.
Η προφανής απάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού θα ήταν η προκήρυξη νέων εκλογών. Θα νικούσε πιθανότατα κατά κράτος καθώς οι Έλληνες θέλουν αφενός μία συμφωνία και η αντιπολίτευση είναι υπό διάλυση. Κατά τη διαδικασία αυτή, ο Τσίπρας θα πέταγε τους επαναστάτες εκτός κόμματος και θα κυβερνούσε με μία πιο μετριοπαθή βουλή.
Δεν είναι ξεκάθαρο αν ο Τσίπρας έχει τα κότσια να το κάνει αυτό. Τόσο η Ελλάδα όσο και ο υπόλοιπος κόσμος θα το μάθουν σε λίγο καιρό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου